Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

χῆραι γυναῖκες

См. также в других словарях:

  • παις — ο, η (ΑΜ παῑς, παιδός, Α και παῑς και πάϊς) 1. ανήλικος άνθρωπος, παιδί 2. γόνος, τέκνο, αγόρι ή κορίτσι («γενομένων δὲ παίδων ἀρρένων καὶ θηλειῶν», Πλάτ.) αρχ. 1. νεαρός, νεανίας («ὣς τε γὰρ ἦ παῑδες νεαροὶ χῆραί τε γυναῑκες», Ομ. Ιλ.) 2. δούλος …   Dictionary of Greek

  • τε — ΝΜΑ (ως συμπλεκτ. σύνδ.) χρησιμοποιείται αντί τού και, στη νεοελλ. ως λόγιος τ. ιδίως σε προτάσεις που περιέχουν δύο και, αντί τού πρώτου (α. «είναι άριστος γνώστης τής τε αρχαίας και τής νεοελληνικής γλώσσας» β. «χρὴ...λαχάνων ἅπτεσθαι, κοιλίαν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»